ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΜΠΛΟΚ

Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

Ophrys attica


Περισσός 21-03-2014 Τουρκοβούνια

Η ορχιδέα Οφρύς της Αττικής [Ophrys attica (Boiss. & Orph.) B. D. Jackson 1894] Περιγράφτηκε από την
Αττική το 1859 ως Ophrys arachnites var. attica Boiss. & Orph. και ως ξεχωριστό είδος από τον Jackson το 1894. Έχει ευρύτερη εξάπλωση στην ηπειρωτική Ελλάδα, εκτός από την Μακεδονία και την Θράκη.
Απουσιάζει από τις Κυκλάδες και την Κρήτη.
Συνώνυμο: Ophrys umbilicata Desfontaines subsp. attica, J. J. Wood 1983.
Βιότοπος: θαμνότοποι, φρυγανότοποι, παρυφές δρόμων και μονοπατιών, διάκενα πευκοδασών σε ηλιόλουστα ή ημισκιερά εδάφη.
Άνθη: Καφετιά, με πράσινο περιάνθιο και κάμψη του μεσαίου σέπαλου.
Άνθιση: αρχές Μαρτίου - μέσα Απριλίου.
Έχει ευρεία εξάπλωση στην Αττική με μεγάλους πληθυσμούς στην Λαυρεωτική και στα Τουρκοβούνια. Σπάνια στην Πάρνηθα.

Ετυμολογία:
Ophrys > Οφρύς (φρύδι). Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποια χαρακτηριστικά του γένους Ophrys αναφέρεται το όνομα ενώ υπάρχει και το ενδεχόμενο γλωσσικής παρερμηνείας.
attica  >  Αττική.


Κυριακή 23 Μαρτίου 2014

Roemeria hybrida

Μέγαρα 20/03/2014

Η Ροεμέρια η υβριδική (Roemeria hybrida (L) DC. subsb. hybrida 1821) είναι μονοετής πόα με ανερχόμενους έως όρθιους, απλούς ή διακλαδισμένους βλαστούς και ύψος μέχρι 35 εκατοστά. Ανήκει στην οικογένεια της παπαρούνας.
Εξαπλώνεται στην μεσογειακή περιοχή και την ΝΔ Ασία. Στη στεριανή Ελλάδα φύεται διάσπαρτα.
Φύεται στις άκρες ή τα αυλάκια ε χωράφια με σιτηρά σε παλιούς αγρούς και σπάνια σε ανοιχτές θέσεις. Λόγω της αλλαγής των καλλιεργειών γίνεται όλο και περισσότερο σπάνια.
Φύλλα πτεροσχιδή. Άνθη μονήρη ή ολιγάριθμα σε ταξιανθία. Ανθίζει Απρίλιο - Μάιο.
*** Περιλαμβάνεται στο Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων των Σπάνιων & Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας (2009).
Ετυμολογία:
Roemeria > γένος αφιερωμένο στον Ελβετό γιατρό, εντομολόγο και βοτανικό Johann Jacob Roemer (1763-1819), διευθυντή του Alter Botanischer Garten της Ζυρίχης.
hybrida > hibrita & ibrida (λατιν.) υβρίδιο.

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

Ophrys mammosa


Πικέρμι 19-03-2014

Η Οφρύς η μαστοφόρος (Ophrys mammosa, Desfontaines 1807) είναι ορχιδέα της Ανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου με μεγάλη εξάπλωση στην Ελλάδα. Περιγράφτηκε επιστημονικά το 1807 από την Σάμο και την Σμύρνη.
Εύρωστο φυτό με ύψος 15-60 εκατοστά.
Βιότοπος: ανοιχτά δάση, φρύγα να, λιβάδια, ελαιώνες, ακαλλιέργητα χωράφια.
Άνθη: ακέραια, στρογγυλά, τετράγωνα ή τριγωνικά, καστανοπόρφυρα ή σχεδόν μαύρα, με δύο εξογκώματα στην βάση που μοιάζουν με μαστούς. Θυρεός γαλαζωπός σε σχήμα Η (ήτα).
Άνθιση: Μάρτιος - Μάιος.
Έχει ευρεία εξάπλωση στην Αττική.

Ετυμολογία:
Ophrys > Οφρύς (φρύδι). Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποια χαρακτηριστικά του γένους Ophrys αναφέρεται το όνομα ενώ υπάρχει και το ενδεχόμενο γλωσσικής παρερμηνείας.
mammosus, -a, -um > mamma (λατιν.) μαστός = μαστοειδής, μαστοφόρος.
ά


Η εξάπλωση του είδους από το http://www.elisajeanluc.fr/orchidees_nature/ophrys/ophrys_mammosa.htm

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014

Limonium sinuatum...

Λαύριο 14/03/2014

Το Limonium sinuatum (L.) Miller 1768, είναι μεσογειακό φυτό, με ευρεία εξάπλωση στην νότια και νησιωτική Ελλάδα.
Τα άνθη του διατηρούνται για μεγάλο διάστημα, γι΄αυτό και μια από τις κοινές του ονομασίες είναι «αμάραντο». Στην Κέα (Τζιά) των Κυκλάδων το ονομάζουν «προβάτσα» και μαζεύουν τα τρυφερά του φύλλα, που έχουν υπόξινη γεύση και τα μαγειρεύουν φρικασέ.Βιότοπος: αμμώδεις παραλίες, περιστασιακά κατά μήκος δρόμων και σε χαλικώδεις θέσεις, σε υψόμετρα μέχρι 450 μ.
Πολυετές φυτό με λεπτούς, διακλαδισμένους βλαστούς με γραμμοειδή πτερύγια κατά μήκος τους.
Φύλλα πτερυγωτά σε ρόδακα στην βάση.
Τα λευκά άνθη φύονται σε πυκνούς κορύμβους και έχουν εντυπωσιακό κυανοΐώδη πτυχωτό κάλυκα.
Ανθίζει (Μάρτιο) Απρίλιο - Ιούνιο.

Ετυμολογία:
Limonium > limonium (από Πλίνιο) > λειμώνιον (Διοσκουρίδης).
sinuatum >  sinuo κολπώνω, καμπυλώνω, κυρτώνω =  κολπωτό.




Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

Moraea mediterranea

Λαύριο 14/03/2014

Η Μοραέα η μεσογειακή (Moraea mediterranea Goldblatt 1998) είναι μία ίριδα της Ανατολικής Μεσογείου με εξάπλωση σε Ελλάδα, Λιβύη, Αίγυπτο, Ισραήλ, Ιορδανία. Στην Ελλάδα εξαπλώνεται σε Στερεά, Πελοπόννησο, Κυκλάδες και Κρήτη. 
Συνώνυμα: Gynandriris monophylla Klatt & Iris monophylla (Klatt) Boiss. & Heldr.
Μικρό φυτό που έχει ένα μακρόστενο φύλλο που έχει κατά την άνθιση.
Βιότοπος: ξηρά εδάφη και φρυγανότοποι.
Άνθη: γλωσσοειδή, γαλάζια με κίτρινο φάρυγγα.
Άνθιση: Φεβρουάριος - Μάιος.
Εξάπλωση στην Αττική: Υμηττός, Πεντέλη, Τουρκοβούνια, Λαυρεωτική...

Ετυμολογία:
Moraea > το 1758 ο Σκωτσέζος βοτανικός Philip Miller αφιέρωσε το όνομα του γένους Morea στον Robert More (1703-1780), Άγγλο ερασιτέχνη βοτανικό. Όμως ο Λινναίος (Linnaeus) αργότερα άλλαξε το όνομα σε Moraea, συσχετίζοντάς το με το επώνυμο του
πεθερού του Johan Moraeus.
mediterranea > mar Mediterraneo Μεσόγειος Θάλασσα = μεσογειακή. 

Gynandriris > γυνή + ανήρ ανδρός ==> επειδή τα θηλυκά και αρσενικά αναπαραγωγικά όργανα του φυτού είναι ενωμένα.

Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Cerinthe major - κερίνθη η μεγάλη

Περισσός 08/03/2014 Τουρκοβούνια

Η Cerinthe major L. 1753, είναι φυτό της Μεσογείου και της ΝΔ Ασίας, με ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα.
Βιότοπος: εποχιακά υγρές θέσεις, χαντάκια δρόμων, ξηρά λιβάδια σε υψόμετρα 0-400 (-800) μ.
Ετήσιο φυτό με όρθιο βλαστό 30-80 εκ.
Φύλλα μεγάλα, τα κατώτερα σπατουλοειδή, σκληρά με λευκές στίξεις. Τα ανώτερα επιφυή, καρδιοειδή στην βάση.
Άνθη σε πυκνούς, κοντούς, επάκριους βότρεις. Στεφάνη κίτρινη, χοανοειδής, πολλές φορές με καστανοπόρφυρη βάση.
Ανθίζει Μάρτιο - Μάιο.

Ετυμολογία:
Cerinthe > κηρός (κερί) + άνθος ==> από το σχήμα των ανθέων - φυτά που επισκέπτονται ιδιαίτερα οι μέλισσες = Κηρίνθη.
major, -us > > ορθογραφικά λανθασμένη (αλλά ισχύουσα) μορφή του magnus = μείζων, μέγιστη.


Περισσός 09/03/2013 Τουρκοβούνια
  
Δασόκτημα Συγγρού 03/03/2008 Κηφισιά

Η ονομασία του Cerinthe major προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις κερί+άνθος. Συνεπώς σημαίνει κέρινο άνθος από τα χρώματα και το σχήμα των λουλουδιών του. Μονοετές φυτό, που εξαπλώνεται στην Νότια Ευρώπη. Ανθίζει από τον Μάρτιο.

Τετάρτη 5 Μαρτίου 2014

Fritillaria obliqua Οι μαύρες φριτιλάριες της Κυψέλης

Τουρκοβούνια 04/03/2014

Η Αγία Γλυκερία ήταν μια ειδυλλιακή θέση στα σύνορα Γαλατσίου και Κυψέλης. Σε ένα ωραιότατο πευκοδάσος υπήρχε ο ναός της Αγίας Γλυκερίας, που έδωσε το όνομα στην περιοχή, μία δροσερή πηγή συνεχούς ροής και μερικά εξοχικά κέντρα. Εδώ οι παλιοί Αθηναίοι έλυναν τις διαφορές τους με μονομαχίες μέχρι τη δεκαετία του 1920. Εδώ, επίσης, έκαναν τις γιορτές πανεπιστημιακοί σύλλογοι, επαγγελματικές συντεχνίες, εθνικοτοπικά σωματεία και αθλητικές ομάδες μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1950. Κι εδώ, στα βράχια των Τουρκοβουνίων πάνω από την Κυψέλη ζούσε ένα από τα σπανιότερα φυτά της Ελλάδας, η μαύρη φριτιλάρια που είναι στενή συγγενής με την τουλίπα.

Οι καιροί άλλαξαν. Σήμερα, από την κάποτε ειδυλλιακή περιοχή της Αγίας Γλυκερίας δεν έχει σωθεί ούτε ένα πεύκο και η δροσερή πηγή είναι κλειστή. Έχει απομείνει μόνο η εκκλησία. Το Γαλάτσι και η Κυψέλη με… ηρωικές εξορμήσεις γέμισαν με πολυκατοικίες τις πλαγιές των Τουρκοβουνίων, στην κορφή των οποίων δεσπόζει από το 1965 ο (επίσης… ηρωικός) αυθαίρετος «οικισμός Γεωργίου Παπανδρέου». Τίποτα δεν είναι όπως παλιά. Με μια εξαίρεση. Πάνω από τις πολυκατοικίες της Άνω Κυψέλης και δίπλα στον αυθαίρετο «παπανδρεϊκό» οικισμό, συνεχίζουν να ανθίζουν οι μαύρες φριτιλάριες.


Η Αγία Γλυκερία είναι η περιοχή από την οποία περιγράφτηκε επιστημονικά το 1859 η μαύρη φριτιλάρια. Η επιστημονική λατινική της ονομασία είναι Fritillaria obliqua, όπου obliqua σημαίνει «λοξή». Χρειάζεται ίσως να έχει τη… λόξα του ένα φυτό για να επιμένει ν’ ανθίζει στα βράχια της Άνω Κυψέλης. Το όνομά του το έδωσαν πάντως από τη θέση που έχει το άνθος σε σχέση με τον βλαστό και που θυμίζει ανεστραμμένη τουλίπα. Το κοινό της όνομα είναι «μαύρη φριτιλάρια» από το σκούρο μαυροκόκκινο χρώμα του άνθους. Είναι ένα άγριο ελληνικό φυτό που δεν χρειάζεται καμιά ανθρώπινη παρέμβαση στο DNA του, όπως η «Μαύρη Τουλίπα» που εξιστορεί στο μυθιστόρημά του ο (πατήρ) Αλέξανδρος Δουμάς.


Η μαύρη φριτιλάρια είναι ένα ενδημικό φυτό της Αττικής. Ανθίζει ακόμα σε λίγες θέσεις στα Τουρκοβούνια, πάνω από την Κυψέλη, στο Αττικό Άλσος και την Φιλοθέη. Ένας μεγάλος πληθυσμός της διατηρείται στη χερσόνησο Κυνόσουρα του Σχινιά αλλά και μέσα (τι ατυχία) στον Οικισμό Δικαστών και Εισαγγελέων. Υπάρχει επίσης σε δύο θέσεις στην Πάρνηθα, ίσως στην Πεντέλη και σε μερικές θέσεις στην Εύβοια.


Η μαύρη φριτιλάρια είναι ένα από τα σπανιότερα ελληνικά φυτά. Περιλαμβάνεται και στα δύο «Βιβλία Ερυθρών Δεδομένων των Σπάνιων & Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας» (Red Data Book). Είναι ένα παλαιογεωγραφικό φυτό που επέζησε από τους παγετώνες και τις μεγάλες κλιματικές αλλαγές του παρελθόντος. Υπήρχε πριν πολλές χιλιάδες χρόνια, από την εποχή που ανάμεσα στην Ελευσίνα και τη Σαλαμίνα υπήρχε μια μεγάλη λίμνη και που η Αττική ήταν ενωμένη με τη Νότια Εύβοια. Η ύπαρξη της μαύρης φριτιλάριας στην Αττική και την Εύβοια είναι σήμερα η ζωντανή απόδειξη ότι πριν χιλιάδες χρόνια αυτές οι δυο στεριές ήταν ενωμένες, πριν δηλαδή εισχωρήσει η θάλασσα και δημιουργήσει τον Ευβοϊκό Κόλπο. Μια ζωντανή απόδειξη που συνεχίζει να ανθίζει δίπλα στις πολυκατοικίες της Άνω Κυψέλης.

Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Crocus flavus subsp. atticus από την Πάρνηθα

Πάρνηθα 17/02/2014


Ο Κρόκος ο κίτρινος Crocus flavus (Weston 1771) είναι βαλκανικό είδος που φτάνει μέχρι τη βορειοδυτική Τουρκία. Στην Ελλάδα φύεται κυρίως στα βουνά της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας
Άνθη χρυσοκίτρινα, με σωλήνα συχνά καφεγκρίζο.
Στίγματα στύλου ακέραια, πορτοκαλί ή χρυσοκίτρινα. Στήμονες και στίγματα σχεδόν ισομήκη, κοντύτερα από το περιάνθιο.
Ανθήρες κίτρινοι.
Φύλλα 6 -8 που δεν έχουν αναπτυχθεί πλήρως κατά την άνθιση.
Άνθιση: Μάρτιος – Απρίλιος, σε υψόμετρα από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 1.000 μέτρα.
Βιότοπος: λιβάδια, ξέφωτα και θαμνότοποι.
Για την ύπαρξη του Crocus flavus από την Πάρνηθα υπήρχαν παλαιότερες αναφορές. Η παρατηρητικότητα του Παναγιώτη Κουμπέτσου τον εντόπισε το 2013 στην ΒΑ Πάρνηθα και τον ξεχώρισε από τον Crocus olivieri, που ανθίζει περίπου την ίδια εποχή σ' αυτή την περιοχή της Πάρνηθας.Το 2014 οι Kit Tan, Zografidis & Mermygkas περιέγραψαν τον κρόκο αυτόν ως (υποείδος) Crocus flavus subsp. atticus, subsp. nov. 2014.

Ετυμολογία:
Crócus > κρόκος (πιθανώς από την κρόκη, υφάδι).
flavus = κίτρινος, ξανθός.
atticus = αττικός.