ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΜΠΛΟΚ

Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2011

Η προέλευση του ονόματος της συνοικίας Κυψέλη

Η Κυψέλη είναι η πιο πυκνοκατοικημένη συνοικία της Αθήνας. Οι μεσαιωνικές της ονομασίες ήταν Γυψέλι και Διψέλι και είναι άγνωστο πως προήλθαν. Ήταν αγροτική περιοχή που ποτιζόταν από ένα ρέμα, το οποίο σκεπάστηκε και αποτέλεσε την οδό Φωκίωνος Νέγρη. Στην αρχή αποτελούσε προάστιο της πρωτεύουσας, κι εδώ είχε την κατοικία του ο αγωνιστής ναύαρχος Κωνσταντίνος Κανάρης. Με την αστικοποίησή της απέκτησε και το λόγιο όνομα Κυψέλη.


Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

Οι κρόκοι της Αττικής

Τουρκοβούνια 10/12/2011
Ο κρόκος του Καρτράϊτ (Crocus cartwrighitianus) είναι ενδημικός Δυτικής Κρήτης, Κυκλάδων και Αττικής. Είναι ο πρόγονος του καλλιεργήσιμο κρόκου (Crocus sativus).

Πάνειον όρος 02/11/2008 Κερατέα
Kρόκος του Καρτράϊτ (Crocus cartwrighitianus)



Υμηττός 30/11/2011
Κρόκος του Πάλλας (Crocus pallasii).




Αθήνα 10/11/2011
Ο κρόκος ο εσχαρωτός (Crocus cancellatus υποείδος mazziaricus) έχει ευρεία εξάπλωση.


Πάρνηθα 11/12/2011
Κρόκος ο εσχαρωτός (Crocus cancellatus υποείδος mazziaricus).



Πεντέλη 19/01/2008
Ο κρόκος της Αττικής (Crocus attiscus) είναι ενδημικός Αττικής, Νότιας Εύβοιας και Άνδρου.



Πάρνηθα 11/12/2011
Ο κρόκος  λείος (Crocus laevigatus) είναι ενδημικός της Νότιας Ελλάδας.



Γεράνεια 24/01/2009
Κρόκος του Ολιβιέ (Crocus olivieri). Χειμωνιάτικος είδος με ευρεία εξάπλωση.


Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2011

Οι χαμένοι λύκοι της Πάρνηθας

 
φωτογραφία Δαυΐδ Κουτσογιαννόπουλος


Όπως προκύπτει από ιστορικές μαρτυρίες, στην Πάρνηθα ζούσαν πολλά από τα μεγάλα θηλαστικά της χώρας, όπως η καφέ αρκούδα (μέχρι περίπου το 1850), ο λύκος, το αγριογούρουνο και το τσακάλι (μέχρι πριν 50 χρόνια). Σήμερα έχει διαπιστωθεί η παρουσία 42 από τα 116 θηλαστικά που ζουν στην Ελλάδα. Ξεχωρίζει βέβαια το ελάφι  αλλά υπάρχουν επίσης πολλοί λαγοί και αλεπούδες. Σποραδικές εμφανίσεις έχουν ο σκίουρος, το τσακάλι, ο ασβός, η νυφίτσα και το κουνάβι. Από το 1992 ζουν σε ορισμένες θέσεις αγριοκάτσικα και αίγαγροι (κρι-κρι), που δραπέτευσαν από το εκτροφείο θηραμάτων το 1992.

Από όλα τ’ άγρια ζώα που είχε η Πάρνηθα, οι περισσότερες γραπτές αναφορές αφορούν τους λύκους, των οποίων η παρουσία μέχρι και τη δεκαετία του 1950 αποδεικνύεται από πολλές πηγές και από την ειδησεογραφία της εποχής.

Ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ οργάνωνε ολόκληρες επιχειρήσεις κατά των λύκων, στις οποίες καλούσε και τους υπασπιστές του. Οι λύκοι ήταν τόσο πολλοί στην Πάρνηθα ώστε οι Σαρακατσάνοι βοσκοί, που πήγαιναν τα κοπάδια τους στα ορεινά λιβάδια του βουνού το καλοκαίρι (το χειμώνα τα είχαν στο Λαύριο) οργάνωναν μεγάλες παγάνες για να τους σκοτώσουν. Χαρακτηριστική είναι η ακόλουθη περιγραφή από μια εκδρομή το 1922 στην έρημη τότε (και σήμερα καμένη) Αγία Τριάδα, την πιο δημοφιλή περιοχή στις κορφές της Πάρνηθας.

«Όλη η έκτασις αντηχεί από τους πυροβολισμούς. Οι σκηνίται των διαφόρων ποιμενικών εκτάσεων του όρους, εξωπλισμένοι, διηρημένοι εις τμήματα, είχαν εκστρατείαν κατά των λύκων. Παγανιάν έκαμαν και εφόνευσαν αρκετούς. Τους συνηντήσαμεν κατά την εξερεύνησίν μας της δυτικής περιοχής κάτωθεν της Καραμπόλας, η οποία περιοχή παρουσιάζει πλείστας ανωμαλίας βουνών, χαραδρών, λακκών, καταδασωμένων. Οι σκηνίται ήσαν υπερήφανοι δια την θήραν των. Μας επέδειξαν τα φονευθέντα αγρίμια με ικανοποίησιν». (22/08/1922)

Στην Πάρνηθα υπήρχαν κι άλλα σαρκοβόρα, όπως ο λύγκας (Lynx lynx) και ο αγριόγατος (Felix sylvestris) που τρέφονταν με μικρότερα ζώα. Ο τελευταίος γνωστός λύγκας της Πάρνηθας σκοτώθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στο Τατόι, ταριχεύθηκε και το σώμα του βρίσκεται σήμερα στο Ζωολογικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

Lonicera implexa

Πάρνηθα 02/06/2011 Μετόχι

Η Λονίτσερα η περίπλοκη (Lonicera implexa, Aiton 1789)] είναι μεσογειακό φυτό με εξάπλωση σε όλη την Ελλάδα,εκτός από Βόρεια Πίνδο, Κυκλάδες και Κρήτη.
Κοινό λαϊκό όνομα: αγιόκλημα, αγριοαγιόκλημα.
Αειθαλής θάμνος με βλαστούς πολύκλαδους και φύλλα γλαυκά, λεία, τα ανώτερα ενωμένα, περίβλαστα.
Βιότοπος: θαμνώνες, δάση, βραχώδεις πλαγιές.
Ανθική στεφάνη σωληνοειδής, δίχειλη, λευκή ή ρόδινη, με μακρείς λευκούς στήμονες.
Η κεφαλή με τα άνθη καλύπεται από το τελευταίο ζεύγος φύλλων, που μοιάζει με κύπελλο.
Ανθίζει από τον Μάίο

Ετυμολογία:
Lonicera > γένος αφιερωμένο με τον Γερμανό ιατρό και βοτανικό Adam Lonitzer (Lonicerus, 1528-1586).
implexa > implecτo, εμπλέκω, περιπλέκω = περιπλεγμένη.


Πάρνηθα 02/06/2011 Μετόχι

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2011

Αρμυρήθρες Salicornia sp.

Βραυρώνα 04/07/2010


Οι αρμυρήθρες είναι ένα από τα φυτά που δικαιολογεί τη ρήση ότι «εκεί που πεθαίνουν τα γαϊδούρια, παχαίνουν οι Έλληνες». Είναι ένα χόρτο που φυτρώνει σε παραθαλάσσιους υγρότοπους και αλίπεδα. Στους βιότοπους αυτούς, που έχουν υψηλή αλατότητα στα εδάφη τους, ευδοκιμεί μια ειδική ομάδα φυτών που αντέχουν στο αλάτι και λέγονται «αλόφιλα». Oι αρμυρήθρες ανήκουν στα είδη Salicornia και Arthrocnemum και χρειάζονται θερμο και ξηρό κλίμα, όπως είναι το μεσογειακό.

Για να ανταπεξέλθουν στις υψηλές τιμές άλατος στο έδαφος, αποθηκεύουν στις ρίζες τους μέχρι και 17% αλάτι. Φυτρώνουν σε όλα τα αλίπεδα της Ελλάδας, από το νησί της Λήμνου στο Αιγαίο μέχρι τους υγρότοπους του Πάρνωνα στην Πελοπόννησο.

Είναι δημοφιλές καλοκαιρινό χορταρικό στα Μεσόγεια της Αττικής και φυτρώνει σε ποσότητες στον υγρότοπο της Βραβρώνας.

Όπως γράφει ο αρχαίος γιατρός Γαληνός, οι αρχαίοι Έλληνες έκαιγαν τις αρμυρήθρες μετατρέποντας το χλωριούχο νάτριο (δηλαδή το αλάτι που περιέχουν) σε ανθρακικό νάτριο, που το χρησιμοποιούσαν ως σόδα για να φτιάξουν σαπούνι.

Με τα τρυφερά βλαστάρια της αρμυρήθρας γίνεται μια νοστιμότατη βραστή σαλάτα το καλοκαίρι με ελαιόλαδο (εννοείται) και άφθονο λεμόνι. Τα κάνουν επίσης και τουρσί. Οι αρμυρήθρες περιέχουν βιταμίνες C και Ε και είναι πλούσιες σε ιώδιο και μεταλλικά στοιχεία. Εκτός από τις παραθαλάσσιες ταβέρνες των Μεσογείων και άλλων περιοχών, η ιδιαίτερη γεύση τους έχει κερδίσει την υψηλή μαγειρική.

Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2011

Colchicum atticum

Πεντέλη 30_11_2008

Το Κολχικό της Αττικής (Colchicum atticum Spruner ex Tommas 1840) περιγράφτηκε το 1840. Θεωρήθηκε για πολλές δεκαετίες ενδημικό της Αττικής αλλά τελικά βρέθηκε και σε άλλες θέσεις της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας όπως και στη Νότια Βουλγαρία.
Συνώνυμο: Merendera attica.
Βολβώδες φυτό. Ξεχωρίζει από τα άλλα κολχικά από το γεγονός ότι τα τέπαλά του είναι χωρισμένα σε όλο το μήκος τους.
Βιότοπος: πετρώδεις θέσεις, δασικές τοποθεσίες σε χαμηλά και μέσα υψόμετρα.
Άνθη: λευκά με μοβ απολήξεις.
Άνθιση: φθινοπωρινή.
Εξάπλωση στ ην Αττική: Τουρκοβούνια, Πάρνηθα, Πεντέλη, Υμηττός, Λαυρεωτική, Γεράνεια, Πατέρας.

Ετυμολογία:
Colchicum > Κολχίς (αρχαία όνομα της σημερινής Γεωργίας). Κατά τον Διοσκουρίδη, το κολχικό φύτρωνε άφθονο στην Κολχίδα και την Μεσσηνία.
atticum  -a, -um > Αττική, αττικό..

Πεντέλη 30/11/2008
Πεντέλη 30/11/2008
Τουρκοβούνια 01/12/2007
 Λαυρεωτική 09/12/2007

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Colchicum cupanii

Υμηττός 23/10/2009

Το Colchicum cupanii Guss. 1827, είναι μεσογειακό φυτό, με εξάπλωση στην δυτική, νότια και νησιωτική Ελλάδα.
Βιότοπος: βραχώδεις και πετρώδεις θέσεις, ελαιώνες, λιβάδια και θέσεις με terra rossa, διάκενα δασών, ορεινά λιβάδια, σε υψόμετρα 0-700 (1400) μ.
Βολβώδες δηλητηριώδες φυτό. Βολβός 2 εκ. με εξωτερικούς χιτώνες σκούρους καφέ
Φύλλα 3 καλά αναπτυγμένα, επιμήκη, (και γλωσσοειδή), παρόντα κατά την άνθιση.
Περιάνθιο με λεπτό σωλήνα, υπόλευκο. Τέπαλα ρόδινα με σκουρότερες παράλληλες νευρώσεις. Ανθήρες καφέ-μοβ με κίτρινη γύρη
Μερικές συλλογές από την Αττική και την Εύβοια έχουν περιγραφεί ως Colchicum cupanii subsp. glossophyllum (Heldr.) Rouy 1906, με επέκταση σε Πελοπόννησο και νησιά Ιονίου

Ανθίζει τέλη Σεπτεμβρίου - αρχές Δεκεμβρίου.

Ετυμολογία:
Colchicum > > Κολχίς (αρχαία όνομα της σημερινής Γεωργίας). Κατά τον Διοσκουρίδη, το κολχικό φύτρωνε άφθονο στην Κολχίδα και την Μεσσηνία.
cupanii > προς τιμήν του Francesco Cupani (1657-1710), Ιταλού βοτανικού.
glossophyllum > γλώσσα + φύλλο.

Πάρνηθα 05/10/2008 Κατσιμίδι

Κατσιμίδι (Πάρνηθα) 01/11/2007


Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2011

Crocus laevigatus - Κρόκος ο λείος

Πεντέλη 24/12/2007

Ο Κρόκος ο λείος (Crocus laevigatus, Bory & Chaub. 1832) είναι ενδημικός της νότιας Ελλάδας, με πλατιά εξάπλωση στην Αττική. Πήρε το όνομά του από τους χιτώνες του βολβού του που είναι λείοι. Εδώδιμος με γεύση κάστανου.
Βολβώδες φυτό. Φύλλα 3-4.
Βιότοπος: πετρώδεις θέσεις, θαμνώνες, φρυγανότοποι, διάκενα πευκοδασών σε υψόμετρα από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι 1500 μέτρα.
Άνθη: με χρωματική ποικιλομορφία, λευκά, μοβ-ρόδινα, λιλά, δίχρωμα, με μία έως τρεις ραβδώσεις στα τρία εξωτερικά τέπαλα. Λαιμός κίτρινος.
Στύλος με «στίγματα» κίτρινα ή πορτοκαλί που διαχωρίζονται δενδροειδώς σε πολλά νημάτια. Ανθήρες λευκοί.
Άνθιση: από τον Οκτώβριο.

Ετυμολογία:
Crocus > κρόκος (πιθανώς από την κρόκη, υφάδι).
laevigatus > levigo λειαίνω, γυαλίζω = λείος.

 Πάρνηθα, Αγία Τριάδα 07/11/2007

Πεντέλη 30/11/2008

Πεντέλη 30/11/2008

Πάρνηθα 25/11/2009

Πεντέλη 24/11/2009

Πάρνηθα 06/11/2009

Λαύριο 05/12/2008

Λαύριο 05/12/2008

Υμηττός 21/11/2008


Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

Οι τουλίπες της Πάρνηθας

Tulipa sylvestris subsp. australis
Πάρνηθα κορυφές 29/04/2011

Είτε με τα ποδήλατα είτε πεζοπορώντας στα μονοπάτια, όλο και περισσότεροι ερχόμαστε σε επαφή με τη φύση στα βουνά της Αττικής. Κάποιοι τυχεροί ανακαλύπτουν με έκπληξη τις τουλίπες της Πάρνηθας. Στην Ελλάδα υπάρχουν 11 είδη άγριας τουλίπας και τρία από αυτά ευδοκιμούν στην Πάρνηθα.

Στην κοιλάδα κάτω από το Κατσιμίδι, στο οροπέδιο της Μόλας και σε μερικές ακόμα θέσεις με λιβάδια ανθίζει η κόκκινη Τουλίπα του Χάγκερ (Tulipa hageri). Ποιος είναι ο κύριος Φρειδερίκος Χάγκερ (Friedrich Hager, 1822-1902); Είναι αυτός που πρώτος συνέλεξε το φυτό κοντά στο αρχαίο φρούριο της Δεκέλειας, στο σημερινό Τατόϊ. Ο Γερμανός βοτανολόγος Θεόδωρος Χελδράϊχ (Theodor von Heldreich), που ήρθε στην Ελλάδα το 1843, έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και παρέμεινε στη χώρα μας μέχρι τον θάνατό του το 1902, περιέγραψε επιστημονικά την τουλίπα της Πάρνηθας και της έδωσε τιμητικά το όνομα του Χάγκερ. Η Τουλίπα του Χάγκερ είναι ενδημική των Βαλκανίων και εξαπλώνεται σε Ελλάδα, Βουλγαρία και Τουρκία.

Αυτή η τουλίπα της Πάρνηθας θα παρέμενε γερμανική υπόθεση, αν δεν παρενέβαινε ο διάσημος στην εποχή του Ελβετός βοτανολόγος  Εδμόνδος Μπουασιέ (Edmond Boissier, 1810-1885), ο οποίος αποφάνθηκε ότι πρόκειται για μια χρωματική παραλλαγή της Τουλίπας του Ορφανίδη (Tulipa οrphanidea), που ο ίδιος περιέγραψε και είναι ενδημική της Κεντρικής Ελλάδας και  Πελοποννήσου.

Μια δεύτερη τουλίπα στην Πάρνηθα είναι η κόκκινη «Τουλίπα η κυματόφυλλη», ένα σπάνιο είδος που περιλαμβάνεται στο «Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας» (Red Data Book). Την πρωτοβρήκε ο Χελδράϊχ στην Βοιωτία και της έδωσε το όνομα «βοιωτική» (boeotica) για να επέμβει πάλι ο Μπουασιέ και να της δώσει το όνομα undulatifolia (= με κυματιστά φύλλα). Έχει μεγάλο άνθος και θεωρείται από τις ωραιότερες ελληνικές τουλίπες. Εξαπλώνεται σε Ελλάδα, πρώην Γιουγκοσλαβία και Ανατολία. Φυτρώνει σε σιταροχώραφα στην Κεντρική Ελλάδα, Πελοπόννησο, Χίο και Λέσβο. Στην Πάρνηθα άνθιζε σε λιβάδια της βόρειας πλευράς του βουνού αλλά πλέον είναι εξαιρετικά σπάνια.

Η κίτρινη τουλίπα με το μακρόσυρτο επιστημονικό όνομα «Τουλίπα η δασική υποείδος του νότου» (Tulipa sylvestris subsp. australis) έχει ευρεία εξάπλωση στα Βαλκάνια. Στην Πάρνηθα τη βρίσκουμε σε αρκετές πετρώδεις θέσεις και βραχώδη μέρη. Έχει ύψος μέχρι 45 εκατοστά και 1-2 κίτρινα άνθη.

Οι τουλίπες είναι βολβώδη φυτά. Αν πιστεύετε ότι πατρίδα τους είναι η Ολλανδία, κάνετε λάθος. Οι Ολλανδοί είδαν για πρώτη φορά τουλίπες το 1593, όταν ο πρεσβευτής τους Μπούσμπεκ στην Κωνσταντινούπολη έδωσε μερικούς βολβούς τουλίπας στο συμπατριώτη του βοτανολόγο Κάρολο Κλούσιους. Σύντομα άρχισαν την εντατική καλλιέργεια της τουλίπας και γρήγορα οι αγοραπωλησίες βολβών και ποικιλιών έγιναν χρηματιστηριακό προϊόν. Το 1637 το χρηματιστήριο της τουλίπας κατέρρευσε σε μια μέρα. Γιατί; Διότι ξαφνικά οι Ολλανδοί ανακάλυψαν ότι δεν… υπήρχαν τουλίπες. Οι συναλλαγές γίνονταν σε μελλοντικά συμβόλαια (futures). Χρηματοδοτούσαν τους βολβούς και συναλλάσσονταν με τα δικαιώματα που θα είχαν όταν θα άνθιζαν οι τουλίπες, αγοράζοντας και πουλώντας πιθανές αποδόσεις. Και κάποια χρονιά δεν άνθισαν…

Η Ολλανδία σταδιακά έφερε την καλλιέργεια της τουλίπας σε κανονικά πλαίσια και μετέτρεψε τις τουλίπες σε εξαγώγιμο προϊόν. Σήμερα εμείς στην Ελλάδα, που είναι μία από τις πατρίδες της τουλίπας, κάνουμε εισαγωγή βολβών και λουλουδιών από την Ολλανδία. Δοξάστε μας…

Tulipa οrphanidea 
Κατσιμίδι 21/04/2011 Katsimidi

 Tulipa undulatifolia (συνώνυμο: Τulipa boeotica)
photo (c) Antonis Taglidis Αντώνης Ταγλίδης

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

Sinapis Nigra ή είμαστε για τις βρούβες

Περισσός 14/02/2008 Τουρκοβούνια

Μετά τις πρώτες βροχές αρχίζουν να βλασταίνουν πολλά εδώδιμα χορταρικά. Ανάμεσά τους είναι και οι βρούβες. Οι βρούβες είναι από τα πιο κοινά και δημοφιλή άγρια χόρτα στην Ελλάδα. Φυτρώνουν παντού και επειδή δεν έχει νόημα να καλλιεργηθούν όπως οι ζοχοί, συλλέγονται και πουλιούνται στις λαϊκές αγορές σαν άγρια χόρτα. Υπάρχουν αρκετά χόρτα που ονομάζουμε «βρούβες» και που ανήκουν στα γένη Sinapis (σινάπι), Sisymbrium (σισύμβριo) και Erysimum (ερύσιμο). Τα συναντάμε με διάφορα ονόματα: βρούβα, αγριόβρουβα, ραπανόβρουβα, λαψανόβρουβα, σκυλόβρουβα, γλυκόβρουβα, μαυρόβρουβα. Στο γένος Sinapis περιλαμβάνονται τρία υποείδη, η Sinapis Alba (άσπρη), η Sinapis Nigra (μαύρη) και Sinapis Arvensis (άγρια). Η διαφορά τους βρίσκεται στο χρώμα των νευρώσεων που έχουν τα φύλλα τους, στο αρχικό στάδιο βλάστησης όταν σχηματίζουν ροζέτα. Συγγενές και πολύ όμοιο με το Sinapis είναι και το γένος Brassica. Το «ερύσιμον» που αναφέρει ο Θεόφραστος το πιθανότερο είναι ότι περιγράφει τη κοινή βρούβα, που φυτρώνει ακόμα και στα μπάζα

Οι βρούβες βγαίνουν σε ηλιόλουστα και ασβεστώδη εδάφη. Δεν έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις σε νερό και τις βρίσκουμε σε χωράφια, ερειπωμένους τοίχους, υποβαθμισμένα και μπαζωμένα εδάφη, σκουπιδότοπους και σαν ζιζάνιο στους σπαρμένους με στάρι αγρούς. Και φυσικά βλασταίνουν μέσα στην Αθήνα, αρκεί να βρουν ελεύθερο έδαφος. Ανθίζουν από τον Μάϊο έως τον Οκτώβριο.Τα άνθη σχηματίζουν βότρυ και αποτελούνται από τέσσερα πέταλα σε σχήμα σταυρού.

Τρώγονται τα φύλλα σε βραστή σαλάτα με ελαιόλαδο και λεμόνι. Πολύ νόστιμα και τρυφερά είναι τα ανθοφόρα βλαστάρια τους που κόβονται μαζί με τα μπουμπούκια νωρίς την άνοιξη. Ονομάζονται πορίχια ή τσιμπιτά ή τσιμπιτή βρούβα, από τον τρόπο που κόβονται, σαν να τσιμπάμε τους πολύ τρυφερούς βλαστούς. Στις γλυκές βρούβες τα «τσιμπιτά» λέγονται και «γλυκοβλάσταρα». Γίνονται βραστά, όπως και τα φύλλα, αλλά σε πολλά χωριά συνηθίζουν να τα βάζουν σε λαδερά φαγητά με κουκιά ή αρακά. Γενικά, οι βρούβες δίνουν μια κάπως βαριά μυρωδιά, παρόμοια με του μπρόκολου. Αποδίδουν μία ελαφρώς καυστική γεύση, πικρή, που παντρεύεται με την γεύση του λαδιού και πηγαίνει άριστα με τα ψάρια.

Όλες οι βρούβες έχουν φαρμακευτικές ιδιότητες και η βρώση τους θεωρείται καθαρτική, αποτοξινωτική, τονωτική με ευεργετικά αποτελέσματα στο κυκλοφοριακό και τη καρδιά. Από την αρχαιότητα οι σπόροι του σιναπιού πιστεύεται ότι έχουν διεγερτικές ικανότητες. Από τους σπόρους του παράγεται η μουστάρδα. Οι σπόροι της μαύρης βρούβας χρησιμοποιούνται για παραγωγή φαρμάκων.

Η λέξη «βρούβα» θεωρείται αντιδάνειο από την λατινική. Βολβός > bulbus (λατινικά) > βούλβα > βρούβα.

Η παροιμιώδης έκφραση «πήγε για βρούβες» ή τον «έστειλα για βρούβες» χρησιμοποιείται για πράξεις ανώφελες, που δεν έχουν κανένα πρακτικό σκοπό ή αποτέλεσμα. Κι αυτό λέγεται, διότι οι βρούβες είναι τόσο κοινές και φυτρώνουν παντού ώστε πραγματικά είναι άσκοπο να βάλει κάποιος στόχο να βρει και να μαζέψει βρούβες.



Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011

Colchicum sfikasianum

Υμηττός 08/10/2001 Αγία Παρασκευή

Το Κολχικό του Σφήκα (Colchicum sfikasianum, Kit Tan & Iatrou 1995) είναι ελληνικό ενδημικό με ανώμαλη εξάπλωση σε Ιόνιο (Ζάκυνθος, Κεφαλλονιά, Ιθάκης) Μάνη, Μαλέα, και Υμηττό.
Βολβώδες φυτό, δηλητηριώδες σε όλα του τα μέρη. Τα φύλλα εμφανίζονται μετά την άνθιση. Το όνομα του δόθηκε για να τιμηθεί ο ερευνητής της ελληνικής χλωρίδας Γιώργος Σφήκας, που το ανακάλυψε το 1988 στη Μονεμβασιά.
Βιότοπος: φρυγανότοποι και ανοίγματα πευκοδασών, σε χαμηλά και μεσαία υψόμετρα.
Άνθη: μεγάλα, ρόδινα, με ελαφρά μωσαΐκωση. Ανθήρες κίτρινοι.
Άνθιση: από αργά τον Αύγουστο.
Εξάπλωση στην Αττική: μόνο στον Υμηττό.

Ετυμολογία:
Colchicum > Κολχίς (αρχαία όνομα της σημερινής Γεωργίας). Κατά τον Διοσκουρίδη, το κολχικό φύτρωνε άφθονο στην Κολχίδα και την Μεσσηνία.
sfikasianum > αφιερωμένο στον ερασιτέχνη φυσιοδίφη και ζωγράφο της φύσης Γιώργο Σφήκα.





Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2011

Erica manipuliflora ρείκι το μελισσοτροφικό

Τουρκοβούνια  13/10/2007 Γαλάτσι (Βέικος)

Η Erica manipuliflora, Salisb. 1802 είναι μεσογειακό φυτό, με ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα.
Κοινή ονομασία: ρείκι.
Το φθινοπωρινό ρείκι είναι μικρός φρυγανώδης θάμνος απλωτός ή όρθιος, πολύκλαδος με ξυλώδη βάση. Φύλλα μικρά, γραμμοειδή χλοοπράσινα σε σπονδύλους. Άνθη πολλά, μικρά, κωδωνοειδή ρόδινα σε μακριές ταξιανθίες.
Σε μια εποχή που η ελληνική φύση μόλις αρχίζει να αναγεννάται και το τοπίο κυριαρχείται ακόμα από τα ξερά χόρτα, τα ρείκια με την εκρηκτική ανθοφορία τους προσφέρουν άφθονη τροφή στις μέλισσες.
Από αυτό το άριστο μελισσοτροφικό φυτό βγαίνει το ρεικόμελο, το οποίο από άλλους θεωρείται πολύ καλό μέλι και από άλλους κατώτερης ποιότητας. Οι δεύτεροι ακολουθούν τον αρχαίο γιατρό και φαρμακοποιό Διοσκουρίδη, ο οποίος θεωρεί ότι οι μέλισσες που τρυγούν τα ρείκια «μέλι εργάζονται ου σπουδαίον».
Χλωριδικά πάντως το ρείκι θεωρείται ότι κυριαρχεί σε υποβαθμισμένα εδάφη, κάτι που βέβαια δείχνει την χρησιμότητά του για περιοχές που έχουν καταστραφεί από πυρκαγιές και  άλλες αιτίες. Επί της ουσίας η θεαματική ανθοφορία των ρεικιών αναγγέλει το τέλος των δυσκολιών από το ελληνικό ξηροθερμικό καλοκαίρι και την μετάβαση στην εποχή της αναγέννησης και της αφθονίας στην ελληνική φύση.
Το σημερινό όνομα του φυτού είναι το ίδιο με το αρχαίο: ερείκη > ερείκιον > ρείκι.
Απαντάται σε θαμνότοπους και φρύγανα, ενώ συχνά καλύπτει μεγάλες επιφάνειες δίνοντας χρώμα στο μονότονο φθινοπωρινό τοπίο.
Ανθίζει από τον Σεπτέμβριο.

Ετυμολογία:
Erica > ερείκη (όνομα φυτού που αναφέρεται από τον Διοσκουρίδη).
manipuliflora > manipulus σπείρα, ομάδα + flos floris άνθος.


Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

Η κάππαρη βγαίνει στα όρη και το Μοναστηράκι

Μοναστηράκι 05/06/2007


Έχουμε που έχουμε τα βάσανά μας (όποια έχει ο καθένας) μας ήρθε και το μνημόνιο, που να σηκώσουμε το βλέμμα μας για να δούμε τι υπάρχει τριγύρω μας. Αν βρεθείτε καλοκαίρι στον σταθμό του ΗΣΑΠ στο Μοναστηράκι, αν δεν σας ενοχλεί η ζέστη και αν φυσικά σηκώσετε το βλέμμα σας, θα παρατηρήσετε να φυτρώνει μέσα από τους πέτρινους τοίχους ένα φυτό με μεγάλα λευκορόδινα άνθη. Το φυτό είναι η κάππαρη που, εκτός από τα όρη όπως υποστηρίζει το ρεμπέτικο τραγούδι, βγαίνει σε τοίχους παλιών σπιτιών στην Πλάκα, τα Εξάρχεια, το Μεταξουργείο και βεβαίως σε… σταθμούς τρένων.

Η κάππαρη είναι ασβεστόφιλο φυτό, γι’ αυτό και αγαπά τους τοίχους. Κατά κάποιο τρόπο οι τοίχοι μοιάζουν με τον φυσικό της βιότοπο, που είναι τα ασβεστολιθικά βράχια με τις τόσες ρωγμές που διαθέτουν. Η κάππαρη ανθίζει το καλοκαίρι. Το μέρος του φυτού που τρώμε είναι τα μπουμπούκια των λουλουδιών του και όχι οι καρποί τους, όπως ίσως πιστεύουν πολλοί.

Τα μπουμπούκια της κάππαρης γίνονται τουρσί και πλουτίζουν με την εξαιρετική τους γεύση σάλτσες και σαλάτες, ιδιαίτερα τις ντοματοσαλάτες.  Συνεχίζουμε και σήμερα να χρησιμοποιούμε το αρχαίο όνομα «κάππαρις», που είναι πανάρχαιο και διατηρείται επίσης στην επιστημονική λατινική ονομασία (Capparis spinosa = Κάππαρις η ακανθώδης). Ο Μπαμπινιώτης στο λεξικό του γράφει ότι η λέξη κάππαρις είναι άγνωστης ετυμολογίας και αποτελεί μάλλον γλωσσικό δάνειο. Αλλά κι εδώ δάνειο, βρε παιδιά; Πως γίνεται να δανείστηκαν οι αρχαίοι Έλληνες μια ξένη λέξη για ένα φυτό που είναι τόσο κοινό ώστε να φυτρώνει ακόμα και στους τοίχους των σπιτιών τους;

Ο αρχαίος γιατρός Διοσκουρίδης συνιστά να είναι καλά μαγειρεμένη η κάππαρη, γιατί έτσι δεν επιβαρύνει το στομάχι. Ο αρχαίος γευσιγνώστης Αθήναιος την αναφέρει έξι φορές στους «Δειπνοσοφιστές» του. Γενικά όμως στην κλασική αρχαιότητα την θεωρούσαν τροφή για τους φτωχούς. Ο ποιητής Τιμοκλής σατιρίζει την διασημότερη εταίρα της αρχαιότητας, την Φρύνη, βάζοντάς την να πουλάει κάππαρη στην αγορά της Αθήνας. Οι πλούσιοι Ρωμαίοι δεν την καταδέχονταν. Όχι όμως και οι Βυζαντινοί, που τη θεωρούσαν θαυμάσιο ορεκτικό («ενόρεκτος κάππαρις») όπως γράφει ο Παύλος ο Αιγινήτης.

Σήμερα, η κάππαρη τουρσί σε βαζάκια βρίσκεται στα ράφια όλων των σούπερ μάρκετ. Τα μπουμπούκια της αρχίζουν να συλλέγονται από τις αρχές Ιουνίου. Μπαίνουν σε νερό για δέκα μέρες και στη συνέχεια σε ξίδι και αλάτι. Σε ένα μήνα η κάππαρη είναι έτοιμη να μπει στις καλοκαιρινές σαλάτες.

Όπως όλα τα φυτά έτσι και η κάππαρη έχει φαρμακευτικές ιδιότητες. Τα μπουμπούκια και η ρίζα της είναι απολυμαντικά των νεφρών, εμμηναγωγά, ανθελμινικά, διουρητικά και τονωτικά. Θεωρούνται επίσης αποτελεσματικά κατά της αρτηριοσκλήρυνσης, των αιμορροΐδων, του κρυολογήματος και της οσφυαλγίας.

Η κάπαρη μπήκε και στο ρεμπέτικο τραγούδι. Όχι για την υπόξινη γεύση της αλλά μάλλον γιατί κάνει ομοιοκαταληξία με τη ζάχαρη. Να τι λέει το σχετικό τραγούδι του Μιχάλη Γενίτσαρη (1917-2005):

Στα όρη βγαίνει η κάππαρη
τα χείλη σου είναι ζάχαρη
κι όλο μου λεν λόγια γλυκά
ωραία Θεσσαλονικιά
Πετούν τα μάτια σου φωτιές
και μαραζώνεις τις καρδιές,
μαράζωσες κι εμένανε
που μ’ έχει η μάνα μου ένανε


Τουρκοβούνια 01/08/2009, άνθος και μπουμπούκια



Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Η Αθήνα και η Flora Graeca

Άποψη της προεπαναστατικής Αθήνας σε εικόνα του Μπάγιερ


Είναι το σπανιότερο βιβλίο του κόσμου. Εκδόθηκε σε μόλις 25 αντίτυπα. Έχει το λατινικό τίτλο «Flora Craeca» (Ελληνική Χλωρίδα). Είναι διακοσμημένο με αριστουργηματικές υδατογραφίες ελληνικών φυτών και τοπίων, που το κάνουν ένα από τα ωραιότερα βιβλία που έχουν εκδοθεί ποτέ. Ίσως το ωραιότερο.

 Δημιουργός της «Flora Craeca»  είναι ο Άγγλος φυσιοδίφης Τζον Σίμπθορπ (John Sibthorp, 1758 - 1796). Όταν ο Σίμπθορπ ανέλαβε την έδρα της Βοτανικής στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, αποφάσισε να δημιουργήσει ένα μοναδικό έργο. Διάλεξε για θέμα του την ελληνική χλωρίδα. Στόχος του ήταν να βρει και να περιγράψει νέα είδη φυτών και να εκδώσει τα αποτελέσματα των ερευνών του σε μία έκδοση που θα έμενε στην ιστορία της επιστήμης αλλά και της τυπογραφίας.

Ο Σίμπθορπ ήταν πλούσιος αριστοκράτης. Διέθεσε όλη την περιουσία του για την έρευνα και έκδοση της Flora Craeca. Ταξίδεψε δύο φορές στην Ελλάδα το διάστημα 1786-1795 και συνέλεξε πάνω από 2.000 είδη φυτών. Τον συντρόφευε ο Αυστριακός ζωγράφος Φερδινάνδος Μπάγιερ (Ferdinand Lucas Bayer), που είχε αναλάβει να αναπαραστήσει τα φυτά σε έγχρωμες υδατογραφίες.

Ο Σίμπθορπ πέθανε το 1796 από φυματίωση, σε ηλικία μόλις 37 ετών. Δεν πρόλαβε να δει τυπωμένη τη Flora Graeca, που εκδόθηκε σε 10 τόμους στο διάστημα 1806-1840, περιλαμβάνοντας 966 υψηλής αισθητικής υδατογραφίες του Μπάγιερ.

O Σίμπθορπ επισκέφτηκε την Αθήνα και στα δυο επιστημονικά του ταξίδια. Η πρώτη του επίσκεψη έγινε τον Ιούνιο του 1787. Το πλοίο του αγκυροβόλησε στο Φάληρο και o Άγγλος φυσιοδίφης γράφει ότι ο δρόμος μέχρι της Αθήνα ήταν γεμάτος με αρχαία ερείπια, ελαιώνες και αμπέλια. Συνέλεξε λίγα φυτά γύρω από την Αθήνα, γιατί το καλοκαίρι είχε προχωρήσει και η γη ήταν διψασμένη. Επισκέφτηκε τον Υμηττό αλλά κι εκεί είδε ότι τα φυτά είχαν ξεραθεί και ό,τι είχε απομείνει το έτρωγαν οι κατσίκες.

Το δεύτερο ταξίδι του πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 1795. Ο Σίμπθορπ είχε προβλήματα υγείας και μόλις έφτασε στην Αθήνα πέθανε κι ένας στενός του συνεργάτης. Επιπλέον, η αττική φύση μόλις είχε αρχίσει να αναγεννάται και δεν είχαν ανθίσει πολλά φυτά. Παρά τα προβλήματά του, ο Σίμπθορπ επισκέφτηκε τον Λυκαβηττό και τις περιοχές γύρω από την Αθήνα. Στο ημερολόγιό του μας δίνει και την πολύτιμη πληροφορία ότι η περιφέρεια της Αθήνας ήταν γεμάτη κρόκους, με το είδος από το οποίο προήλθε ο ήμερος κρόκος που σήμερα καλλιεργείται στην Κοζάνη.
Από τα ταξίδια του Σίμπθορπ στην Αθήνα περιλαμβάνονται στη Flora Graeca οι εικόνες 23 φυτών, όπως αγριογαρύφαλλα, ρίγανη, αγριοβιολέτες, θυμάρι, κενταύριες, δελφίνιο, άλυσσο, ωμπριέτα, σιληνές.

Η Ελλάδα διαθέτει την πλουσιότερη χλωρίδα από κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης. Η «Flora Craeca» αποτελεί την πρώτη συστηματική παρουσίαση της ελληνικής χλωρίδας. Η μοναδική της αξία όμως οφείλεται στις ανεπανάληπτες υδατογραφίες του Μπάγιερ, που αποτέλεσαν και αποτελούν το πρότυπο για κάθε παρόμοιο έργο. Η συλλογή φυτών του Σίμπθορπ και όλο το εικαστικό υλικό του Μπάγιερ φυλάσσονται στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Τον 19ο αιώνα υπήρξε και μια δεύτερη έκδοση της «Flora Craeca», σε 40 μόλις αντίτυπα. Από την έκδοση αυτή ένα μοναδικό αντίτυπο φυλάσσεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος.

Παρά τον γιγαντισμό της Αθήνας, γεγονός είναι ότι η αττική φύση εξακολουθεί να παραμένει ζωντανή και όμορφη, όπως την αποτύπωσαν ο Σίμπθορπ και ο Μπάγιερ στη «Flora Craeca», το ωραιότερο βιβλίο του κόσμου.

Aubrietia deltoides από την Αθήνα σε υδατογραφία του Μπάγιερ



Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2011

Αρχαία μεταλλουργία στο Λαύριο

Συγκρότημα μεταλλευτικών πλυντηρίων στην Λαυρεωτική


Σ΄ όλη την περιοχή του Λαυρίου και των κοντινών νησιών, η μεταλλουργία αναπτύχθηκε από τα πανάρχαια χρόνια, όπως δείχνουν οι ανασκαφικές έρευνες. Στην ακατοίκητη σήμερα Μακρόνησο έχουν εντοπιστεί πρωτοελλαδικά (3η προχριστιανική χιλιετία) μεταλλουργικά κέντρα. Ιδιαίτερα σημαντική αποδεικνύεται η Κέα, όπου, εκτός από τα ορυχεία μίλτου (ενός υλικού για την συντήρηση των ξύλινων πλοίων), έχουν ανασκαφεί ή εντοπιστεί σημαντικές αστικές και μεταλλουργικές θέσεις της ελληνικής προϊστορίας.

Το μυστικό της Λαυρεωτικής γης είναι ότι κρύβει στα σπλάχνα της την αρχαιότερη μεταλλευτική στοά ολόκληρης της λεκάνης της Μεσογείου. Η Βελγική Αρχαιολογική Σχολή που την ερεύνησε την χρονολογεί στο 3200 π.Χ., δηλαδή σε μιαν εποχή κατά την οποία η Ελλάδα διήνυε θεωρητικά την εποχή του λίθου.

Αυτή η σημαντική (όχι μόνο για την ελληνική αλλά για την παγκόσμια ιστορία) μεταλλευτική στοά βρίσκεται στον λόφο Βελατούρι, στην κορυφή του οποίου άνθησε η μυκηναϊκή ακρόπολη του Θορικού.



 

Πανάρχαιοι μεταλλευτές

Στον Θορικό η μεταλλοφόρα περιοχή είναι και στην επιφάνεια του εδάφους (εκτός από το υπέδαφος) κι από εδώ φαίνεται ότι άρχισε η αξιοποίηση των μεταλλευμάτων του Λαυρίου. Το ερώτημα είναι ποιοί να ήταν άραγε αυτοί οι πρώτοι πανάρχαιοι μεταλλευτές;

Μία εκδοχή είναι να ήταν κάποιοι ξένοι που ήρθαν στην Αττική δια θαλάσσης ψάχνοντας για μέταλλα. Ανακάλυψαν τα κοιτάσματα του αρχυρούχου μολύβδου στον Θορικό και κατέχοντας τις απαραίτητες τεχνολογικές γνώσεις, εγκαταστάθηκαν στον Θορικό και άρχισαν την παραγωγή αργύρου, μολύβδου και χαλκού.

Μία δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι οι πρώτοι μεταλλουργοί ήταν αυτόχθονες κάτοικοι της Αττικής, οι οποίοι απέκτησαν τις απαραίτητες τεχνολογικές γνώσεις, μέσω των ναυτικών ταξιδιών, τα οποία στο Αιγαίο είχαν αναπτυχθεί ήδη από την 8η χιλιετία π.Χ.

Και οι δύο εκδοχές είναι πιθανές.

Στην πρώτη συνηγορεί η υπόθεση ότι η μεταλλουργική γνώση στην προϊστορική εποχή πιθανότατα αποτελούσε κρατικό ή επαγγελματικό μυστικό. Τέτοια μυστικά υπάρχουν και σήμερα, ακόμη και για ευτελή προϊόντα όπως η "Κόκα Κόλα".

Στην δεύτερη εκδοχή συνηγορεί το γεγονός ότι στον Θορικό υπήρχε ένας νεολιθικός οικισμός ήδη από το 4500 π.Χ. τουλάχιστον. Ισοτοπικές αναλύσεις του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης απέδειξαν ότι το μετάλλευμα μολύβδινων και ασημένιων αντικειμένων, που χρονολογούνται γύρω στο 3500 π.Χ. και βρέθηκαν στην Θεσσαλία, τις Κυκλάδες και την Κρήτη, προέρχεται από το Λαύριο.

Στον Θορικό βρέθηκαν επίσης πρωτοελλαδικές και μεσοελλαδικές μεταλλευτικές εγκαταστάσεις. Αποδεικνύεται έτσι η συνεχής βιομηχανική δράση στην περιοχή από το 3500 π.Χ. μέχρι την υστεροελλαδική- μυκηναϊκή πολιτιστική περίοδο.

Ο Θορικός απετέλεσε ένα από τα αρχαιότερα και σημαντικότερα μυκηναϊκά κέντρα της Αττικής, όπως αποδεικνύεται από:

  •    Την ισχυρή ακρόπολη στον λόφο Βελατούρι.
  •   Το νεκροταφείο της πόλης, από το οποίο έχουν ανασκαφεί δύο πρώϊμοι θολωτοί και αρκετοί σπουδαίοι κιβωτιόσχημοι λακκοειδείς τάφοι.
  •     Τις παραδόσεις της Αττικής.

Το πόσο σημαντικός και πλούσιος ήταν ο μυκηναϊκός Θορικός αποδεικνύεται από το γεγονός ότο η πρώτη ύλη για το 96% των αντικειμένων από άργυρο, μόλυβδο και χαλκό που βρέθηκαν στην πόλη του Ακρωτηρίου της Θήρας, προέρχεται από το Λαύριο, όπως έδειξε η εξέταση τους με ισότοπα.



Θολωτός μυκηναϊκός τάφος στο Θορικό


Το μεγάλο θαύμα

Αλλά το μεγάλο θαύμα του Λαυρίου, που στήριξε το παγκόσμιο θαύμα της αθηναϊκής δημοκρατίας, συνετελέσθη στα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα. Την εποχή εκείνη αρχίζει η εκμετάλλευση και των τριών μεταλλοφόρων επαφών, που υπάρχουν σε αξιοποίησιμο βάθος στο Λαύριο. Μέσα σε λίγα χρόνια αναπτύχθηκαν τόσο εξελιγμένες τεχνολογίες ορυχείων, κατεργασίας και καθαρισμού των μεταλλευμάτων, που σήμερα μας προκαλούν κατάπληξη και για την ταχύτητα ανάπτυξης τους και για την αποτελεσματικότητά τους.

Στις στοές εξασφάλιζαν αερισμό, εκμεταλλευόμενοι την διαφορετική θερμοκρασία του αέρα και δημιουργώντας φυσικά ρεύματα. Αν δεν είχαν ανακαλύψει, πάντως χρησιμοποιούσαν το φαινόμενο Μπερνούλι που διατυπώθηκε στην εποχή μας.

Υπόδειγμα οικονομίας πρώτης ύλης αποτελούν τα πλυντήρια μεταλλεύματος. Με δεξαμενές που μάζευαν το βρόχινο νερό και συστήματα ανακύκλησης εξασφάλιζαν επάρκεια νερού, σε μία περιοχή πρακτικά άνυδρη. Απίστευτης αποτελεσματικότητας ήταν και οι μέθοδοι στεγανοποίησης των δεξαμενών. Εκτός από την χρήση των φυσικών βράχων για την διασπορά των φορτίων, χρησιμοποιούσαν δύο αλλεπάλληλες στρώσεις υδραυλικού κονιάματος, το οποίο συνεχίζει να είναι και σήμερα απόλυτα αποτελεσματικό, σε όσες δεξαμενές έχουν ανασκαφεί.

Για να πραγματοποιηθεί το βιομηχανικό θαύμα στο αρχαίο Λαύριο, χρειάστηκε η θεσμοθέτηση ενός προηγμένου νομοθετικού πλαισίου από την αθηναϊκή δημοκρατία. Ολη η Λαυρεωτική ήταν ιδιοκτησία της αθηναϊκής πολιτείας. Οποιαδήποτε μεταλλευτική δραστηριότητα εκμισθωνόταν σε ιδιώτες επιχειρηματίες. Το κράτος, εκτός από την είσπραξη των ενοικίων, συμμετείχε και στα κέρδη.

Το νομοθετικό πλαίσιο που δημιούργησε μετά τον Σόλωνα η αθηναϊκή δημοκρατία αποτελούσε τους «Μεταλλικούς Νόμους». Λειτουργούσε επίσης και το ειδικό «Μεταλλικό Δικαστήριο».

Με μία εκπληκτική για την εποχή της μεταλλευτική τεχνολογία και με υποδειγματικά δημοκρατική νομοθεσία, η αρχαία Αθήνα, χρησιμοποίησε τις προσόδους από το Λαύριο για να κατασκευάσει έναν πανίσχυρο στόλο από 200 τριήρεις. Μ΄ αυτό τον στόλο νίκησε τους Πέρσες στη ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.Χ., θέτοντας της απαρχή για το θαύμα της κλασσικής Ελλάδας.

Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2011

Helichrysum stoechas subsp. barrelieri

Μετόχι 02/06/2011 Πάρνηθα

Το Helichrysum stoechas subsp. barrelieri [(Ten.) Nyman 1879] είναι μεσογειακό φυτό με εξάπλωση κεντρική, νότια και νησιωτική Ελλάδα.
Φυτό πολυετές με πολλούς βλαστούς και φύλλα γραμμοειδή. Όλο το φυτό είναι καλυμμένο με πυκνό, λευκό χνούδι. Κεφάλια κωνοειδή χρυσοκίτρινα, περιβαλλόμενα από ομοιόχρωμα, μεμβρανώδη βράκτια σε πυκνές ταξιανθίες. Φυτό πολύ αρωματικό, ιδιαίτερα όταν σπάσει ο βλαστός ή τα φύλλα.
Βιότοπος: φρύγανα και πετρώδεις τοποθεσίες.
Ανθίζει από τον Απρίλιο.

Ετυμολογία:
Helichrysum > > ήλιος + χρυσός. Αναφορά στο χρυσοκίτρινο χρώμα των ανθέων σε πολλά είδη του γένους.
stoechas > στοιχώδες (ευθυγραμμισμένα σε μια σειρά) = στοιχάς
barrelieri > αφιερωμένο στον Jacques Barrelier (Jacopus Barrelierus 1606-1673) Δομονικανό μοναχό από το Παρίσι που δημιούργησε βοτανικό κήπο σε μοναστήρι της Ρώμης.




Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2011

Quercus ilex αριά

Δεκέλεια (Τατόι) 09/10/2009

Η Quercus ilex, L. 1753, κοινή ονομασία «Αριά», είναι μεσογειακό είδος δρυός, με διάσπαρτη εξάπλωση σε όλη την Ελλάδα. Αμιγή δάση αριάς υπάρχουν στο Άγιον Όρος.
Η αριά είναι όμορφο αειθαλές δέντρο που μπορεί να φτάσει τα 20 μέτρα σε ύψος.
Τα φύλλα της έχουν μήκος μέχρι 7 εκ. και είναι δερματώδη  με μικρό μίσχο, ελλειπτικά-λογχοειδή, με μκρή ή καθόλου οδόντωση στα χείλη, που την διαφοροποιούν από τα άλλα συγγενή είδη. 

Το κύπελλο είναι μικρό, ημισφαιρικό και καλύπτει τον καρπό (βελανίδι) μέχρι την μεση.

Ετυμολογία:
Quercus > το λατινικό όνομα της δρυός.
ilex > το λατινικό όνομα για το πουρνάρι (πρίνος) > υλήεις (άγριο δάσος, δασώδης), κατά ορισμένους συγγραφείς.