ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΜΠΛΟΚ

Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2007

Arbutus unedo / Κουμαριά

Άνθη κουμαριάς
Τατόι (Πάρνηθα), 27/11/2007

Η κουμαριά (Arbutus unedo L. 17530 είναι μεσογειακό φυτό που φθάνει μέχρι την Ιρλανδία και την Ουκρανία.
Είναι τυπικό είδος της μεσογειακής μακκίας βλάστησης, συχνά σε μεγάλους πληθυσμούς. Στην Ελλάδα εξαπλώνεται σε όλες τις χλωριδικές περιοχές της χώρας.
Όμορφος θάμνος ή δέντρο με φύλλα ανοιχτοπράσνα, λογχοειδή, ελαφρά οδοντωτά.
Άνθη λευκά ή ρόδινα, κωδωνοειδή σε πυκνές κατανεύουσες ταξιανθίες που παρουσιάζονται το φθινόπωρο ή καμιά φορά και την άνοιξη, κι έτσι δεν είναι σπάνια η ταυτόχρονη παρουσία καρπών και ανθέων.
Οι καρποί, τα κούμαρα, από την αρχαία ελληνική λέξη «κόμαρος», είναι κόκκινοι, σφαιρικοί, με διάμετρο 2 εκ. πολύ γευστικοί και όπως λέει ο Διοσκουρίδης δύσπεπτοι.

«κόμαρος δένδρον ἐστὶ παρόμοιον κυδωνίᾳ, λεπτόφλοιον, καρπὸν ἔχον ὡς κοκκυμήλου μέγεθος, ἀπύρηνον, μεμαίκυλα καλούμενον, πεπανθέντα δὲ ὑπόκιρρον, ἐσθιόμενον ἀχυρώδη, κακοστόμαχον καὶ κεφαλαλγῆ».( Διοσκουρίδης)

Ετυμολογία:
Arbutus > αρχαίο λατινικό όνομα της κουμαριάς που αναφέρεται από τον Βιργίλιο
unedo > unum ένα + edo τρώω - αναφέρεται στο ότι πρέπει να μην φάει κάποιος πολλά κούμαρα. Όνομα για την κουμαριά που αναφέρει ο Πλίνιος.

Τα κούμαρα είναι κατάλληλα για νόστιμες μαρμελάδες. Από κούμαρα παρασκευάζουν σε διάφορα μέρη της Ελλάδας ένα αρωματικό και μάλλον δυνατό ρακί.
Το κουμαρίσιο το ρακί
καθένας το γυρεύει
γιατί είναι βάλσαμο σωστό
και τις πληγές γιατρεύει
Λαϊκό τετράστιχο που τραγουδάνε στα Βράσταμα της Χαλκιδικής όταν αποστάζουν ρακί από κούμαρα

«Τί νὰ κάμῃ, ἔβαλε τὰ δυνατά της, κ᾿ ἐπροσπαθοῦσε ὅπως-ὅπως νὰ ζήσῃ τὰ ὀρφανά. Τί ἀξιολύπητα, τὰ καημένα! Κατὰ τὰς διαφόρους ὥρας τοῦ ἔτους, ἐβοτάνιζε, ἀργολογοῦσε, ἑμάζωνε ἐλιές, ἐξενοδούλευε. Ἑμάζωνε κούμαρα καὶ τὰ ἔβγαζε ρακί».
Από το διήγημα «Η σταχομαζώχτρα», του Αλέξανδρου  Παπαδιαμάντη.

Καρποί κουμαριάς σε διάφορα στάδια ωρίμανσης
Τατόι, 27/11/2007

Καρποί κουμαριάς σε διάφορα στάδια ωρίμανσης
Υμηττός, 03/11/2007


Ώριμα κούμαρα πεσμένα στα χόρτα
Τατόι, 27/11/2007
.

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2007

Arbutus andrachne / Αγριοκουμαριά

Πάρνηθα - Κτήμα Τατοίου
27/11/2007

Η Arbutus andrachne L. 1762, είναι φυτό της Ανατολικής Μεσογείου, με εξάπλωση σε όλη την Ελλάδα.
Βιότοπος: μακία βλάστηση της οποίας είναι βασικό είδος, σε υψόμετρα 0-800 (-1200) μ.
Κοινή ονομασία: αγριοκουμαριά.
Η άγρια κουμαριά έχει φύλλα σκουροπράσινα, λογχοειδή, ελαφρώς οδοντωτά, μεμβρανώδη.
Ο κορμός της αποβάλει σε λωρίδες τον λεπτό φλοιό του, αποκαλύπτοντας μια εντυπωσιακή μεταξένια επιφάνεια.
Άνθη μικρά υπόλευκα σε κοντές ταξιανθίες. Ο καρποί της είναι μικρότεροι από αυτούς της κουμαριάς και δεν τρώγονται.
Ανθίζει Μάρτιο - Μάιο.

Ετυμολογία:
Arbutus > αρχαίο λατινικό όνομα της κουμαριάς που αναφέρεται από τον Βιργίλιο.
andrachne > ανήρ ανδρός + άχνη (λεπτό άχυρο, χνούδι) ==> μάλλον αναφορά στον χνουδωτό μεταξένιο κορμό της όταν απολεπιστεί.

Anemone coronaria / Ανεμώνα η στεφανωματική

Λαυρεωτική, 09/12/2007

Η Ανεμώνη η στεφανωματική (Anemone coronaria L. 1753) είναι μεσογειακό φυτό με εξάπλωση σε όλη την Ελλάδα.
Είναι η πιο κοινή ανεμώνη της ελληνικής υπαίθρου και απαντάται σε ένα πλήθος μορφών και χρωμάτων.
Φύλλα σπονδύλου και βάσης πολυσχιδή.
Βιότοπος: φρύγανα, λιβάδια, ελαιώνες, σε υψόμετρα 0-700 (-1200) μ.
Άνθη μεγάλα, συνήθως με πέντε σέπαλα, μερικές φορές πολύ περισσότερα, μήκους μέχρι 4εκ. και ανθήρες πολλοί, μαύροι-βιολετί. Τα χρώματα των σέπαλων είναι πάρα πολλά με πιο κοινά τα κόκκινα, λευκά, ιώδη, γαλάζια και ροζ. Η μορφή τους επίσης ποικίλει καθώς μπορούν να είναι από στρογγυλά μέχρι οξύληκτα. Το αποτέλεσμα είναι ένα πλήθος ποικιλιών που πολλές φορές δημιουργούν πραγματικά πολύχρωμα χαλιά σε ελαιώνες και αγρούς. var. rosea var. cyanea var. phoenica var. alba.
Ανθίζει Νοέμβριος - Απρίλιος.

Ετυμολογία:
Anemone > ανεμώνη > άνεμος ==> από την ευκολία που κινούνται οι μίσχοι στον άνεμο ή για την τυπική ανεμοφιλική διάδοση αυτού του γένους.
coronarius, -a, um > coróna στέμμα, στέφανο (κεφαλής) - επειδή ειναι κατάλληλη για στέφανα, γιρλάντες κλπ = στεφανωματική.

Λαυρεωτική, 09/12/2007
Λαυρεωτική, 09/12/2007

Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2007

Crocus cartwrightianus από το Λαύριο

Λαυρεωτική, 09/12/2007

Ο Κρόκος του Καρτράϊτ (Crocus cartwrighitianus, Herbert 1843) είναι ενδημικόε Αττικής, Κυκλάδων, Δυτικής Κρήτης. Είναι ο άγριος πρόγονος τ ου καλλιεργήσιμου κρόκου,
Βολβώδες φυτό. Φύλλα 7-12. Στύλος με μεγάλες κόκκινες διακλαδώσεις, που κρέμονται έξω από το περιάνθιο. Ανθήρες κίτρινοι
Βιότοπος: πετρώδεις θέσεις, από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι μέσα υψόμετρα.
Άνθη: συνήθως μοβ με σκούρες νευρώσεις αλλά και λευκά με μοβ νευρώσεις. Είναι αρωματικά και δεν κλείνουν την νύχτα.
Άνθιση: Οκτώβριος - Δεκέμβριος
Εξάπλωση στην Αττική: Υμηττός, Λαυρεωτική, Πάνειον όρος Κερατέας, λόφοι Μεσογείων, Αίγινα, Σαλαμίνα, Πάστρα, Τουρκοβούνια, Βουλιαγμένη, Βουρκάρι Μεγάρων...

Ετυμολογία:
Crocus > κρόκος (πιθανώς από την κρόκη, υφάδι).
cartwrighitianus > αφιερωμένο στον Άγγλο πρόξενο στην Κωνσταντινούπολη Cartwrihgt που συνέλεξε το φυτό από την Τήνο = του Καρτράιτ.

Περισσότεροι κρόκοι από την Λαυρεωτική αλλά και οι πρώτες φετινές ανεμώνες, κολχικά και μανιτάρια μπορείτε να δείτε πατώντας εδώ...

Λαύριο 09/12/2007
Πηγές:
* Βαγγέλη Παπιομύτογλου «Αγριολούλουδα της Ελλάδας», εκδόσεις Mediterraneo, Ρέθυμνο 2006.
.