Το δενδρολίβανο (Rosmarinus officinalis L. 1753) είναι μεσογειακό φυτό, με ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα.
Βιότοπος: μακία βλάστηση, δρόμοι, κωνοφόρα δάση, σε υψόμετρα 0-600 μ. Απαντάται συνήθως καλλιεργημένο ή σε οικισμούς και αναδασώσεις. Αυτοφυείς πληθυσμοί υπάρχουν διάσπαρτοι σε παράκτιες περιοχές.
Μεγάλο, πολύκλαδο φρύγανο ή θάμνος με φύλλα γραμμοειδή, ακιδωτά. Άνθη μασχαλιαία, λευκά ή κυανά, με κυανοϊώδη στίγματα και χαρακτηριστικά μεγάλους στήμονες.
Το δενδρολίβανο είναι τυπικό φυτό της ελληνικής και μεσογειακής χλωρίδας. Είναι αειθαλής θάμνος, που απαντά αυτοφυής σε όλες τις προσηλιακές θέσεις και ιδιαίτερα σε παραθαλάσσιες περιοχές, με άγονο ή πετρώδες έδαφος. Καλλιεργείται πολύ εύκολα αλλά τα άγρια φυτά έχουν σαφώς πιο έντονο άρωμα. Είναι φυτό φαρμακευτικό, αρωματικό και αρτυματικό, γι’ αυτό και έχει εξέχουσα θέση στην ελληνική κουζίνα. Σ’ αυτό αναφέρεται η τέταρτη «Λιβανωτίς» του Διοσκουρίδη, ο οποίος αναφέρει ότι οι Ρωμαίοι την ονόμαζαν «ροσμαρίνουμ». Όμως ήδη από τα πρώτα βυζαντινά χρόνια στην Ελλάδα λεγόταν «δενδρολίβανο», όπως φαίνεται από το σύγγραμμα «Γεωπονικά».
Τα φύλλα του περιέχουν αλκαλοειδή (ροσμαρισίνη), φλαβονοειδή (διοσμίνη) τανίνες και ρητίνες. Το αιθέριο έλαιο περιέχει βορνεόλη, λιναλόλη, κανφένιο, κινεόλη και καμφορά. Δρα ως αντισηπτικό, αντισπασμωδικό, αρωματικό, χολαγωγό, εφιδρωτικό, εμμηνοπαυσιακό, δυναμωτικό, οφθαλμικό, τονωτικό, στομαχικό. Είναι αναλγητικό, αντιρρευματικό και διεγερτικό του κυκλοφοριακού συστήματος.
Συλλέγονται τα φύλλα και τα λεπτά κλαδιά το καλοκαίρι.
Στην ελληνική κουζίνα χρησιμοποιείται ως άρτυμα σε κρέατα, πουλερικά, ψάρια, σαλιγκάρια, θαλασσινά και σάλτσες, με πιο γνωστή την παραδοσιακή σάλτσα σαβόρι.
Ανθίζει Μάρτιο - Μάιο.
Ετυμολογία:
Rosmarinus > ros δροσιά (και ευρύτερα βάλσαμο, άρωμα)+ marinus θαλάσσιος (για τον κύριο βιότοπό του).
officinalis > offícina, μεσαιωνικό εργαστήριο για παρακευή φαρμάκων και αρωμάτων = φαρμακευτικό.
Βιότοπος: μακία βλάστηση, δρόμοι, κωνοφόρα δάση, σε υψόμετρα 0-600 μ. Απαντάται συνήθως καλλιεργημένο ή σε οικισμούς και αναδασώσεις. Αυτοφυείς πληθυσμοί υπάρχουν διάσπαρτοι σε παράκτιες περιοχές.
Μεγάλο, πολύκλαδο φρύγανο ή θάμνος με φύλλα γραμμοειδή, ακιδωτά. Άνθη μασχαλιαία, λευκά ή κυανά, με κυανοϊώδη στίγματα και χαρακτηριστικά μεγάλους στήμονες.
Το δενδρολίβανο είναι τυπικό φυτό της ελληνικής και μεσογειακής χλωρίδας. Είναι αειθαλής θάμνος, που απαντά αυτοφυής σε όλες τις προσηλιακές θέσεις και ιδιαίτερα σε παραθαλάσσιες περιοχές, με άγονο ή πετρώδες έδαφος. Καλλιεργείται πολύ εύκολα αλλά τα άγρια φυτά έχουν σαφώς πιο έντονο άρωμα. Είναι φυτό φαρμακευτικό, αρωματικό και αρτυματικό, γι’ αυτό και έχει εξέχουσα θέση στην ελληνική κουζίνα. Σ’ αυτό αναφέρεται η τέταρτη «Λιβανωτίς» του Διοσκουρίδη, ο οποίος αναφέρει ότι οι Ρωμαίοι την ονόμαζαν «ροσμαρίνουμ». Όμως ήδη από τα πρώτα βυζαντινά χρόνια στην Ελλάδα λεγόταν «δενδρολίβανο», όπως φαίνεται από το σύγγραμμα «Γεωπονικά».
Τα φύλλα του περιέχουν αλκαλοειδή (ροσμαρισίνη), φλαβονοειδή (διοσμίνη) τανίνες και ρητίνες. Το αιθέριο έλαιο περιέχει βορνεόλη, λιναλόλη, κανφένιο, κινεόλη και καμφορά. Δρα ως αντισηπτικό, αντισπασμωδικό, αρωματικό, χολαγωγό, εφιδρωτικό, εμμηνοπαυσιακό, δυναμωτικό, οφθαλμικό, τονωτικό, στομαχικό. Είναι αναλγητικό, αντιρρευματικό και διεγερτικό του κυκλοφοριακού συστήματος.
Συλλέγονται τα φύλλα και τα λεπτά κλαδιά το καλοκαίρι.
Στην ελληνική κουζίνα χρησιμοποιείται ως άρτυμα σε κρέατα, πουλερικά, ψάρια, σαλιγκάρια, θαλασσινά και σάλτσες, με πιο γνωστή την παραδοσιακή σάλτσα σαβόρι.
Ανθίζει Μάρτιο - Μάιο.
Ετυμολογία:
Rosmarinus > ros δροσιά (και ευρύτερα βάλσαμο, άρωμα)+ marinus θαλάσσιος (για τον κύριο βιότοπό του).
officinalis > offícina, μεσαιωνικό εργαστήριο για παρακευή φαρμάκων και αρωμάτων = φαρμακευτικό.
1 σχόλιο:
Κάποια στιγμή άμα μπορείς, δώσε και πληροφορίες για το Ελένιο...Νομίζω οτι επίσης φυτρώνει εκεί...
Καλημέρα απο ΝΖ...
Δημοσίευση σχολίου